Skip to content

Διαφορά μεταξύ κολπικής μυκητίασης και βακτηριακής κολπίτιδας

Η βακτηριακή κολπίτιδα και η κολπική μυκητίαση είναι οι δύο πιο συνηθισμένες αιτίες κολπικών ενοχλήσεων

Για πολλά χρόνια η κολπική μυκητίαση ήταν πιο γνωστή και η αντιμετώπισή της θεωρούνταν πιο εύκολη σε σχέση με τη βακτηριακή κολπίτιδα. Αυτό οδήγησε στην κοινή παρανόηση ότι οποιαδήποτε ασυνήθιστη έκκριση, κνησμός και πόνος στην ευαίσθητη περιοχή προκαλείται από τον μύκητα Candida.

Σήμερα, είναι γνωστό ότι η βακτηριακή κολπίτιδα είναι εξίσου συνηθισμένη με την κολπική μυκητίαση. Εμφανίζεται περίπου στο 1/3 των γυναικών και αντιμετωπίζεται με τελείως διαφορετικό τρόπο από την κολπική μυκητίαση. Προκειμένου να επιλέξετε τη βέλτιστη θεραπεία, πρέπει πρώτα να καταλάβετε ποια από τις δύο αυτές λοιμώξεις σας ταλαιπωρεί.

Διαφορετικά συμπτώματα

Τόσο η βακτηριακή κολπίτιδα (ΒΚ) όσο και η κολπική μυκητίαση χαρακτηρίζονται από μη φυσιολογικές εκκρίσεις, αλλά η εμφάνιση των εκκρίσεων διαφέρει αρκετά. Ενώ η βακτηριακή κολπίτιδα προκαλεί λεπτόρρευστες, υδαρείς, λευκές ή γκρι εκκρίσεις με χαρακτηριστική οσμή ψαριού, η κολπική μυκητίαση είναι πιο γνωστή για τις παχύρρευστες, λευκές εκκρίσεις που μοιάζουν στην όψη με τυρί cottage, με μια ελαφριά οσμή μαγιάς.

Οι γυναίκες με κολπική μυκητίαση υποφέρουν κυρίως από πολύ έντονο κνησμό και ερεθισμό και πιο σπάνια από πόνο κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής ή της ούρησης. Η επιδερμίδα του αιδοίου είναι ροζ ή κόκκινη, μερικές φορές με άσπρα σημάδια, που δεν μπορούν να αφαιρεθούν. Ενώ ο ερεθισμός και ο πόνος εμφανίζονται και στη βακτηριακή κολπίτιδα, ο κνησμός παρατηρείται πιο σπάνια. Επίσης, το pH του περιβάλλοντος του κόλπου είναι διαφορετικό στη βακτηριακή κολπίτιδα και στην κολπική μυκητίαση. Ενώ το φυσιολογικό pH του κόλπου είναι όξινο, στη βακτηριακή κολπίτιδα γίνεται πιο αλκαλικό, ενώ οι μύκητες δεν επιδρούν στην οξύτητα του περιβάλλοντος του κόλπου. Τα περισσότερα μη συνταγογραφούμενα τεστ κολπικής λοίμωξης λειτουργούν με βάση αυτή τη διαφορά.

Αυτοδιάγνωση

Καμία από αυτές τις δύο παθήσεις δεν θεωρείται ακριβώς λοίμωξη, αλλά περισσότερο μια ανισορροπία της βακτηριακής χλωρίδας. Ωστόσο, οι διαφορές μεταξύ της βακτηριακής κολπίτιδας και της κολπικής μυκητίασης δεν είναι πάντα προφανείς. Μερικές φορές συγχέονται μάλιστα με συμπτώματα άλλων, πιο σοβαρών προβλημάτων. Για αυτό είναι πάντα καλή ιδέα να συμβουλεύεστε τον γιατρό ή τον γυναικολόγο σας.

Διαφορετικοί τρόποι αντιμετώπισης

Η βακτηριακή κολπίτιδα μπορεί να αντιμετωπιστεί είτε με αντιβιοτικά, όπως η μετρονιδαζόλη, είτε με φυσικά προϊόντα και πρεβιοτικά που θα αποκαταστήσουν την ισορροπία της κολπικής χλωρίδας. Η βακτηριακή κολπίτιδα που θεραπεύεται με αντιβιοτικά έχει πολύ μεγαλύτερη επίπτωση και στην ευεργετική κολπική μικροχλωρίδα, καθώς επηρεάζει επίσης τα ευεργετικά βακτήρια (γαλακτοβάκιλλοι), ενώ τα αντιβιοτικά προκαλούν συχνά ενοχλητικές παρενέργειες. Έτσι, υπάρχει υψηλό ποσοστό υποτροπής όταν η βακτηριακή κολπίτιδα θεραπεύεται με αντιβιοτικά.

Από την άλλη, τα φυσικά προϊόντα στοχεύουν περισσότερο στην αποκατάσταση της ισορροπίας της κολπικής χλωρίδας, αντί να τη διαταράσσουν περαιτέρω, σκοτώνοντας τόσο τα παθογόνα (επιβλαβή) βακτήρια, όσο και τα «καλά» βακτήρια. Ομοίως, η κολπική μυκητίαση μπορεί να αντιμετωπιστεί με αντιμυκητιασικά ή με κάποιο προϊόν που αποκαθιστά την ισορροπία και διεγείρει ταυτόχρονα την ευεργετική χλωρίδα των γαλακτοβακίλλων στον κόλπο. Σε περίπτωση που επιλέξετε να χρησιμοποιήσετε ένα μη συνταγογραφούμενο προϊόν αυτοφροντίδας, σας συνιστούμε να επισκεφτείτε τον γιατρό σας εάν τα συμπτώματα επιμένουν.